//

Μητσοτάκης: Συζήτηση για το οικονομικό μέλλον της Ελλάδας

Σε εκδήλωση του Ελληνοαμερικανικού επιμελητηρίου είχε συζήτηση ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τον πρόεδρο του επιμελητηρίου Νικόλαο Μπακατσέλο. Η εκδήλωση είχε τίτλο «Fostering a Sustainable Economic Future Amidst Global Challenges».

Ακολουθεί ολόκληρη η συζήτηση:

Νίκος Μπακατσέλος: Κύριε Πρόεδρε, καλώς ήρθατε σε αυτό το δείπνο που οργανώνουμε προς τιμήν σας, στα πλαίσια του «Greek Economic Summit», ενός θεσμού που πλέον αριθμεί 34 συναπτά έτη. Με τη βοήθεια των συνεργατών μας και με τα μέλη της Διοικούσας Επιτροπής έχουμε ετοιμάσει μερικές ερωτήσεις, τις οποίες έχω χωρίσει σε κατηγορίες: Ελλάδα και μεταρρυθμίσεις, Ελλάδα – επενδύσεις, Ελλάδα – κοινωνία, το μέλλον της Ευρώπης και τέλος μία ερώτηση για το Επιμελητήριο και τις σχέσεις Ελλάδος – Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Να ξεκινήσουμε, κ. Πρόεδρε;

Κυριάκος Μητσοτάκης: Με μεγάλη χαρά και σας ευχαριστώ, γι’ ακόμα μια φορά, για την ευγενική πρόσκληση και τη φιλοξενία σας.

ΝΜ: Λοιπόν, Ελλάδα – μεταρρυθμίσεις. Έχετε θέσει ως στόχο σας στην τετραετία αυτή κάποιες πολύ σημαντικές μεταρρυθμίσεις σε βασικούς τομείς που επηρεάζουν την καθημερινότητα του Έλληνα πολίτη, όπως η Δικαιοσύνη, η παιδεία και η υγεία. Πόσο πεπεισμένος είστε ότι θα μπορέσετε να κάνετε αυτές τις τομές, δεδομένων των αντιστάσεων που υπάρχουν από παγιωμένες αντιλήψεις και συμφέροντα;

ΚΜ: Καταρχάς πρέπει να σας πω, κ. Μπακατσέλο, ότι η μεταρρύθμιση στη χώρα μας ήταν για πολλά χρόνια μία έννοια ελαφρώς παρεξηγημένη και νομίζω ότι επί δικής μας διακυβέρνησης έχει τεθεί στη σωστή της βάση ως μία αλλαγή -αυτό σημαίνει μεταρρύθμιση- η οποία τελικά ωφελεί τους πολλούς και πηγαίνει τη χώρα μπροστά, ανάλογα με τον τομέα, προφανώς, στον οποίο εκδηλώνεται.

Θέλω να σας θυμίσω ότι η κυβέρνηση αυτή έλαβε μία ισχυρή πολιτική εντολή να συνεχίσει το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα το οποίο είχε ήδη ξεκινήσει από την πρώτη τετραετία, σε δύο εκλογές, με ποσοστά μάλιστα τα οποία τελικά ήταν υψηλότερα των ποσοστών που λάβαμε το 2019. Υπάρχει, λοιπόν, μία ισχυρή πολιτική νομιμοποίηση και, θα έλεγα, μία απόλυτη διαφάνεια ως προς τις κυβερνητικές μας προθέσεις.

Κανένας λοιπόν δεν πρέπει να εκπλήσσεται για το ότι, παραδείγματος χάρη, φέραμε μια μεταρρύθμιση που αφορούσε ζητήματα φορολογικής δικαιοσύνης, τον τρόπο φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών -τα είχαμε πει στο πρόγραμμά μας. Για το ότι αυτή τη στιγμή φέρνουμε σημαντικές μεταρρυθμίσεις που αφορούν τη Δικαιοσύνη: αλλαγή του δικαστικού χάρτη, τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα. Για το ότι φέρνουμε μια σημαντική μεταρρύθμιση που αφορά την τριτοβάθμια εκπαίδευση: από τη μία πλευρά την ενίσχυση του δημόσιου πανεπιστημίου και από την άλλη την κατάργηση του κρατικού μονοπωλίου στα πανεπιστήμια.

Όλες αυτές ήταν δεσμεύσεις που είχαμε αναλάβει προεκλογικά και για τις οποίες είχαμε μιλήσει. Και πρέπει να σας πω ότι, από τη στιγμή που υπάρχει μια πολιτική νομιμοποίηση, χρέος της κυβέρνησης είναι να προχωρήσει σε αυτές τις αλλαγές, πάντα μέσα από τις διαδικασίες του διαλόγου και της διαβούλευσης, οριοθετώντας όμως πάντα ένα τέλος σε αυτή τη διαδικασία, το οποίο δεν μπορεί να είναι άλλο από την τελική νομοθέτηση πρωτοβουλιών οι οποίες έχουν ήδη εξαγγελθεί.

Κατά συνέπεια, η πολιτική βούληση για τις μεταρρυθμίσεις είναι δεδομένη και θα σας έλεγα ότι όλες αυτές οι μεταρρυθμίσεις συνθέτουν ένα παζλ μεγάλων αλλαγών οι οποίες θα κρατήσουν τη χώρα μας σταθερά σε αυτή την τροχιά γρήγορης σύγκλισης με την υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτός είναι ο στόχος τον οποίο έχουμε θέσει στη δεύτερη τετραετία.

Προϋπόθεση αυτού του στόχου προφανώς είναι να διατηρηθούν οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης τους οποίους έχουμε καταφέρει να πετύχουμε και η οικονομία μας να εξακολουθεί να υπεραποδίδει. Δεν εξαντλούνται, όμως, προφανώς οι μεταρρυθμίσεις μόνο στον τομέα της οικονομίας. Και σας ανέφερα λίγες μόνο από τις μεγάλες αλλαγές, οι οποίες τυχαίνει να συζητούνται και να δρομολογούνται αυτές τις εβδομάδες, αυτούς τους μήνες.

ΝΜ: Κύριε Πρόεδρε, μια σημαντική μεταρρύθμιση, όχι στον τομέα της οικονομίας, αποτελεί και η καθιέρωση της επιστολικής ψήφου, ένα χρόνιο αίτημα πολλών Ελλήνων που βρίσκονται στο εξωτερικό. Αναγνωρίζοντας τη δυναμική που έχει μια ισοδύναμη Ελλάδα στο εξωτερικό, πώς βλέπετε την καλύτερη εκπροσώπησή τους και ενεργή συμμετοχή τους για το καλό της χώρας μας;

ΚΜ: Καταρχάς είμαι ιδιαίτερα ικανοποιημένος γιατί 50 χρόνια μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας μας, μετά το 1974, καταφέραμε και πετύχαμε πράγματι μια μεγάλη μεταρρύθμιση στην εκλογική νομοθεσία.

Θέλω, επίσης, να θυμίσω -και νομίζω ότι είναι καλό να το επαναλάβουμε- ότι η επιστολική ψήφος στις ευρωεκλογές δεν αφορά μόνο τους Έλληνες οι οποίοι μένουν στο εξωτερικό. Αφορά και όλους όσοι επιλέξουν να ψηφίσουν επιστολικά και εντός της πατρίδας μας. Αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία για πολλές κατηγορίες συμπολιτών μας, όπως ηλικιωμένοι, ανάπηροι, άνθρωποι που έχουν δυσκολία στη μετακίνηση, νέα παιδιά τα οποία δουλεύουν σεζόν, 17χρονοι οι οποίοι θα δώσουν πανελλαδικές και οι οποίοι εκείνη τη στιγμή δεν θα θέλουν να βγουν από τον ρυθμό τους για να πάνε να ψηφίσουν.

Είναι μία πολύ σημαντική μεταρρύθμιση, βαθιά δημοκρατική, που απαντά στο μείζον πρόβλημα -όχι μόνο της ελληνικής δημοκρατίας, αλλά όλων των δυτικών δημοκρατιών- που ακούει στην υψηλή αποχή, η οποία με τη σειρά της φέρνει στην επιφάνεια επιχειρήματα περί μη επαρκούς πολιτικής νομιμοποίησης των εκλεγμένων κυβερνήσεων.

Πράγματι, θέλω να ζητήσω από όλες και από όλους, και από την Ελλάδα και από το εξωτερικό: η σχετική πλατφόρμα θα ανοίξει μέσα στις επόμενες δέκα μέρες, όποιος επιθυμεί μπορεί να γραφτεί με μία απλή διαδικασία. Αλλά νομίζω ότι έχει μία ιδιαίτερη αξία αυτή η απλοποίηση για τους συμπολίτες μας στο εξωτερικό. Είχαμε κάνει το πρώτο βήμα να τους δώσουμε τη δυνατότητα να ψηφίζουν με φυσική παρουσία. Τώρα κάνουμε το δεύτερο μεγάλο βήμα, που είναι το βήμα της επιστολικής ψήφου.

Και προφανώς είναι δική μας υποχρέωση και στα ψηφοδέλτια που θα καταρτίσουμε, τα ευρωψηφοδέλτια, να φροντίσουμε να έχουμε εκπροσώπους από την ομογένεια -από τις ΗΠΑ, από τον Καναδά, από την Αυστραλία-, που και θα μπορέσουν να κινητοποιήσουν συμπολίτες μας να ψηφίσουν από εκείνες τις χώρες που έχουμε μεγάλη ομογενειακή παρουσία και γιατί να μην διεκδικήσουν και την εκλογή τους στην Ευρωβουλή. Θυμίζω ότι έχουμε σταυρό και ο σταυρός είναι μία βαθιά ανοιχτή και δημοκρατική, ανταγωνιστική διαδικασία.

Από εκεί και πέρα, επειδή έγινε μεγάλη συζήτηση στη Βουλή σχετικά με την πρωτοβουλία μας να επιχειρήσουμε να επεκτείνουμε την επιστολική ψήφο και στις εθνικές εκλογές μόνο για τους εκτός επικρατείας διαμένοντες, το τονίζω, διότι για αυτούς που μένουν στην Ελλάδα υπάρχει ένα συνταγματικό ζήτημα αν μπορούμε να το κάνουμε, βρήκα αρκετά υποκριτική τη στάση των κομμάτων της αντιπολίτευσης, τα οποία επικαλέστηκαν διαδικαστικά θέματα για να μην ψηφίσουν τη σχετική τροπολογία.

Τους διαβεβαιώνω ότι αφού δοκιμαστεί η επιστολική ψήφος στην πράξη και φανεί ότι το σύστημα δουλεύει, θα επανέλθουμε το επόμενο φθινόπωρο και πιστεύω ότι τότε όλοι θα πειστούν ότι πρέπει να επεκτείνουμε τη δυνατότητα της επιστολικής ψήφου, τουλάχιστον για τους συμπολίτες μας οι οποίοι κατοικούν στο εξωτερικό, για τις επόμενες εθνικές εκλογές.

ΝΜ: Με το καλό, κ. Πρόεδρε. Να περάσουμε στα θέματα της οικονομίας, σε επενδύσεις. Η Ελλάδα αποτελεί, σύμφωνα με διεθνείς οίκους και αναλυτές, ένα φωτεινό παράδειγμα ανάκαμψης και επανόδου σε τροχιά ανάπτυξης. Ποιοι είναι, κατά την άποψή σας, οι σημαντικότεροι εκείνοι παράγοντες έτσι ώστε αυτό που επετεύχθη να συνεχιστεί με τον ίδιο και αν γίνεται και με πιο έντονο ρυθμό;

ΚΜ: Η Ελλάδα βγήκε πολύ τραυματισμένη από μία δεκαετή, υπερδεκαετή οικονομική κρίση, στην οποία δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι χάσαμε σχεδόν το 1/4 του εθνικού μας εισοδήματος. Υπήρξε μία τεράστια οικονομική καταστροφή. Καταφέραμε και κρατήσαμε τη χώρα όρθια και την κοινωνική συνοχή ανέπαφη, με πολύ μεγάλη προσπάθεια.

Η μη απαράβατη προϋπόθεση για να μπορέσει να συνεχιστεί αυτή η πορεία ανάκαμψης, η οποία απαιτεί πρώτα και πάνω απ’ όλα σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ των αγορών, των δανειστών, των επενδυτών, της κυβέρνησης, της κοινωνίας, των κοινωνικών εταίρων -αν έπρεπε να βάλω μία προϋπόθεση-, είναι η συνέχιση μιας συνετής δημοσιονομικής πολιτικής.

Η κυβέρνηση, η προηγούμενη ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών, η νυν ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών, έχει αποδείξει ότι όχι μόνο μπορεί να πετυχαίνει τους δημοσιονομικούς στόχους, αλλά ενίοτε και να τους υπερβαίνει.

Ακριβώς αυτή η δημοσιονομική συνέπεια είναι αυτή που μας επιτρέπει να μειώνουμε το χρέος μας ως ποσοστό του ΑΕΠ, να παράγουμε πρωτογενή πλεονάσματα και τελικά, βέβαια, από την υπέρβαση των στόχων να μπορούμε να επιστρέφουμε χρήματα στην κοινωνία, πρωτίστως στους πιο αδύναμους συμπολίτες μας, είτε μιλάμε για μέτρα στήριξης κατά της ακρίβειας -δεν θα τα απαριθμήσω τώρα, αλλά ήταν πολλά- είτε μιλάμε για μέτρα στήριξης των νέων οικογενειών, τα νέα μέτρα που ανακοινώθηκαν για την αύξηση του επιδόματος γέννησης που ισχύει και αναδρομικά από 1/1/23, είτε μιλάμε για τη στήριξη των αγροτών.

Ζήτημα πολύ επίκαιρο καθώς βρισκόμαστε απέναντι σε αγροτικές κινητοποιήσεις. Ένα παράδειγμα να δώσω μόνο: επειδή γίνεται μια μεγάλη συζήτηση για τις αποζημιώσεις των αγροτών, η Ελληνική Κυβέρνηση μέσω του ΕΛΓΑ την προηγούμενη τετραετία εκταμίευσε παραπάνω από 1 δισεκατομμύριο ευρώ μόνο σε αγροτικές αποζημιώσεις. Ποσό πολύ-πολύ μεγαλύτερο των εισφορών των αγροτών που καταβλήθηκαν στον ΕΛΓΑ. Η διαφορά ήρθε από τον κρατικό προϋπολογισμό. Άρα, δεν θα μπορούσε να έχει έρθει αν η οικονομία μας δεν πήγαινε καλά.

Και βέβαια, να θυμίσω ότι έχουμε πρόσβαση σε σημαντικούς πρόσθετους πόρους για επενδύσεις. Διότι πάντα όταν σκεφτόμαστε πώς θα κατανείμουμε το δημοσιονομικό χώρο υπάρχει η στήριξη του εισοδήματος, αλλά υπάρχουν και οι παραγωγικές επενδύσεις. Οι πόροι που έχουμε, παραδείγματος χάρη, διαθέσιμοι από το Ταμείο Ανάκαμψης, είναι πόροι για παραγωγικές επενδύσεις.

Σήμερα είχα την ευκαιρία να επισκεφθώ το Τζάνειο Νοσοκομείο, εμβληματικό νοσοκομείο στον Πειραιά, να δω τους καινούριους ορόφους και να τους συγκρίνω με τους παλιούς ορόφους. Μιλάμε για την ημέρα με τη νύχτα. Μία παρέμβαση η οποία είναι ενδεικτική πολλών άλλων παρεμβάσεων που θα γίνουν για να αναβαθμίσουμε τις υποδομές της υγείας μας.

Άρα, για εμένα, η πιο σημαντική προϋπόθεση για να συνεχίσουμε να μπορούμε να μιλάμε αξιόπιστα σε ξένους επενδυτές, είτε αυτοί θέλουν να αγοράσουν το χρέος μας, είτε αυτοί θέλουν να επενδύσουν στο ελληνικό χρηματιστήριο σε νέες εκδόσεις, όπως αυτές που προκαλούν πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, όπως το αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» -και είμαι σίγουρος ότι θα ακολουθήσουν και πολλές άλλες εταιρείες που θα δουν το χρηματιστήριο ως μία ευκαιρία άντλησης κεφαλαίων-, είτε μιλάμε για παραγωγικές επενδύσεις οι οποίες θα γίνουν στη χώρα μας, είναι η εμπιστοσύνη, η συνέπεια και η ειλικρίνεια.

Ειδικά όταν μιλάμε για άμεσες επενδύσεις, όπου πρέπει να ξεπεραστούν πολλά γραφειοκρατικά εμπόδια, έχουμε αποδείξει ότι έχουμε αυτή τη δυνατότητα, γι’ αυτό και αυξάνεται το ενδιαφέρον των επενδυτών για επενδύσεις στην πατρίδα μας, σε πολλούς διαφορετικούς κλάδους.

ΝΜ: Θα μιλήσουμε για τις επενδύσεις, ευχαριστώ κ. Πρόεδρε. Να τονίσω κάτι το οποίο ακούμε όλο και πιο πολύ στο Επιμελητήριο: τη συνέπεια που οδηγεί στην αξιοπιστία, γιατί είναι δύο χαρακτηριστικά τα οποία ζητούν οι επενδυτές, τουλάχιστον από τις Ηνωμένες Πολιτείες, όλο και περισσότερο, και αυτό το έχετε κερδίσει. Είμαι σίγουρος ότι όλοι που είναι σήμερα εδώ κοντά μας θα θυμούνται μια προηγούμενη κατάσταση και πώς τα πράγματα, πώς τα δεδομένα έχουν αλλάξει, κυρίως όσον αφορά την αντίληψη της Ελλάδας από το 2019 και την πρώτη σας κυβέρνηση.

ΚΜ: Κοιτάξτε, η εμπιστοσύνη και η εικόνα της χώρας δεν είναι απλά μία ευκαιρία να παίρνουμε ικανοποίηση από το να μας ανακηρύσσει ένα γνωστό περιοδικό ως «χώρα της χρονιάς». Αυτό μεταφράζεται σε απτά οικονομικά αποτελέσματα.

Δείτε μόνο την πορεία του ελληνικού χρέους, του spread, πολύ χαμηλότερο από το ιταλικό, προσεγγίζει πια το ισπανικό. Πόσοι θα στοιχημάτιζαν ότι θα μπορούσε το ελληνικό χρέος να έχει αυτή την πορεία; Την πορεία των τραπεζών και τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Την αποκλιμάκωση της ανεργίας, διότι θέλω να θυμίσω ότι όταν είχαμε εκλεγεί το 2019 είχαμε πει ότι πρώτος μας στόχος είναι η μείωση της ανεργίας. Η ανεργία έχει πέσει, είναι λίγο πάνω από το 9% και αυτό μας επέτρεψε να «ξεπαγώσουμε» τις τριετίες έναν χρόνο πιο νωρίς.

Και βέβαια, κάτι στο οποίο αποδίδω πάρα πολύ μεγάλη σημασία και θέλω να το επαναλάβω και στο δικό σας εκλεκτό ακροατήριο: η κοινωνική συνοχή διασφαλίζεται μόνο εάν υπάρχει κοινωνική δικαιοσύνη στον τρόπο με τον οποίον επιμερίζεται ο πλούτος ο οποίος δημιουργείται. Αυτό σημαίνει μια δίκαιη κατανομή μεταξύ του πλούτου στο κεφάλαιο και στην εργασία. Αυτό, για να το πω με πολύ απλά λόγια, σημαίνει καλύτερους μισθούς.

Έχετε μία υποχρέωση, όλοι όσοι είστε εργοδότες, να αμείβετε καλύτερα τους εργαζόμενους. Αναγκάζεστε να το κάνετε ούτως ή αλλιώς γιατί η αγορά εργασίας γίνεται πιο ανταγωνιστική και αυτή η βελτίωση των πραγματικών εισοδημάτων και των πραγματικών μισθών, είτε μιλάμε για τον κατώτατο μισθό είτε μιλάμε για τον μέσο μισθό, είναι και αυτή που τελικά θα δώσει την καλύτερη μόνιμη απάντηση στο φαινόμενο του πληθωρισμού. Διότι, ναι, η αλήθεια είναι ότι ο πληθωρισμός έχει «ροκανίσει» σε σημαντικό βαθμό τις αυξήσεις των μισθών. Ο πληθωρισμός, όμως, κάποια στιγμή θα υποχωρήσει και οι αυξήσεις των μισθών θα έρθουν για να μείνουν. Και όσο βελτιώνεται η παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας τόσο οι μισθοί θα αυξάνουν και θα συγκλίνουν με τους ευρωπαϊκούς.

Αυτή, λοιπόν, η δίκαιη κατανομή του πλούτου που δημιουργεί η ελληνική οικονομία είναι απαραίτητη προϋπόθεση διατήρησης κοινωνικής συνοχής, και βέβαια και μιας αίσθησης των διαφορετικών κοινωνικών ομάδων ότι τελικά η κυβέρνηση με δίκαιο τρόπο διαχειρίζεται τα διαφορετικά αιτήματα. Διότι δεν μπορεί κάποιος να πει ότι τα δίνει όλα σε κάποιους οι οποίοι έχουν μεγαλύτερη ισχύ, αλλά να ξεχάσει κάποιους άλλους οι οποίοι μπορεί να μην έχουν τη δύναμη να διαδηλώνουν είτε γιατί είναι περισσότεροι ή γιατί πολύ απλά δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα να προκαλέσουν το ενδιαφέρον των μέσων μαζικής ενημέρωσης.

Από τη φύση της η πολιτική είναι μια άχαρη δουλειά κατανομής περιορισμένων πόρων σε ατελείωτες ανάγκες. Αυτή λοιπόν πρέπει να γίνεται με τρόπο ο οποίος να είναι δίκαιος και να πληροί ορισμένες βασικές προϋποθέσεις, που νομίζω ότι μπορούν να εξηγηθούν σχετικά απλά σε όλη την κοινωνία και σε όλους τους πολίτες.

ΝΜ: Κύριε Πρόεδρε, η οικονομία μας γενικά έχει πάει πολύ καλά. Όντως η ανεργία έχει μειωθεί, έχουν γίνει πολλές ξένες επενδύσεις και εδώ δημιουργείται ένα άλλο μικρό πρόβλημα, μια παρενέργεια: υπάρχει ένα σημαντικό έλλειμμα εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού σε τομείς της οικονομίας, στη βιομηχανία, στον τουρισμό και στην πρωτογενή παραγωγή.

Δεδομένων κάποιων εμποδίων, είτε αυτά αφορούν σε προγράμματα άσκησης ή μαθητείας ή στην ανεπαρκή μέχρι σήμερα πολιτική αξιοποίησης κονδυλίων για επιμόρφωση, ποιες πολιτικές θα εφαρμόζατε έτσι ώστε να καλυφθούν αποτελεσματικά αυτά τα κενά;

ΚΜ: Θα έχω πάρα πολλά να πω για το ζήτημα αυτό, διότι πράγματι η άλλη όψη μιας οικονομίας που αναπτύσσεται γρήγορα είναι πιέσεις στο εργατικό δυναμικό, είναι αυξήσεις -ας πούμε- στις τιμές των ακινήτων, στα ενοίκια. Αυτά δεν ήταν προβλήματα που τα είχαμε μέσα στην ύφεση, όταν είχαμε κατάρρευση των αξιών και ανεργία 30%. Είναι σίγουρα καλύτερα να έχουμε αυτά τα προβλήματα από τα προβλήματα που είχαμε πριν από αρκετά χρόνια.

Η απάντηση σε αυτό το οποίο θίγετε είναι πολυπαραγοντική: πρώτον, μεγαλύτερη έμφαση στην επαγγελματική και την τεχνική εκπαίδευση. Έχουμε ήδη ψηφίσει σχετικό νομοσχέδιο το οποίο ανασυγκροτεί πλήρως τις δομές επαγγελματικής εκπαίδευσης. Σε πολύ στενότερη επαφή με τον ίδιο τον παραγωγικό ιστό να μπορούμε να έχουμε εργαζόμενους με πιστοποίηση, σε διάφορους βαθμούς πιστοποίησης που να ανταποκρίνονται σε πραγματικές ανάγκες της αγοράς εργασίας. Είχα πάει σε ένα πολύ ωραίο Επαγγελματικό Λύκειο στο Πέραμα και είδα ειδικότητες οι οποίες πραγματικά μπορεί να είναι εξαιρετικά χρήσιμες για τη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη. Αυτό είναι ένα μικρό παράδειγμα του πώς πρέπει να επενδύσουμε πολύ περισσότερο στην τεχνική εκπαίδευση.

Διαφοροποίηση, πια, των προγραμμάτων σπουδών από τα ίδια τα πανεπιστήμια, τα δημόσια ή αύριο τα μη κρατικά, μη κερδοσκοπικά, έτσι ώστε να μπορούν και αυτά να έρθουν πιο κοντά στις ανάγκες της εργασίας. Σε μεγάλο βαθμό γίνεται. Τα μεταπτυχιακά τα οποία προσφέρονται από τα δημόσια πανεπιστήμια είναι μεταπτυχιακά τα οποία έχουν το «μάτι» τους στην αγορά εργασίας και προφανώς όταν ο άλλος θα έρθει να πληρώσει δίδακτρα, δεν θα το κάνει αν δεν αισθάνεται ότι δεν θα πάρει ένα πτυχίο το οποίο θα του επιτρέψει να αποσβέσει αυτή την επένδυση την οποία κάνει στην εκπαίδευσή του.

Μεγαλύτερη συμμετοχή στην αγορά εργασίας γυναικών, ατόμων με αναπηρία. Να σπάσουμε το φράγμα των διακρίσεων, ειδικά στις γυναίκες, η συμμετοχή τους στην αγορά εργασίας είναι ακόμα χαμηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αυτό σημαίνει πολιτικές για την οικογένεια, καλύτερη ισορροπία προσωπικής – οικογενειακής ζωής, προγράμματα όπως επέκταση του ολοήμερου σχολείου, περισσότεροι βρεφονηπιακοί σταθμοί για να μπορέσουμε να δώσουμε τη δυνατότητα σε οικογένειες να δουλεύουν και οι δύο γονείς.

Και βέβαια, ναι, θα υπάρξει και η δυνατότητα -ήδη είναι κάτι το οποίο δρομολογούμε- σε συγκεκριμένους τομείς να μπορέσουμε μέσα από μία οργανωμένη, νόμιμη μεταναστευτική πολιτική να φέρουμε και εργαζόμενους από το εξωτερικό, όπως για τον πρωτογενή τομέα, μέσα από διακρατικές συμφωνίες τις οποίες τώρα επεξεργαζόμαστε και θέλουμε να υλοποιήσουμε. Και μέσα από πιο εξειδικευμένα προγράμματα με στοχευμένες βίζες, βίζα ας πούμε για κάποιον τον οποίο θέλουμε να προσελκύσουμε, εργαζόμενο στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας, συγκεκριμένα. Εμείς όμως πρέπει να χαράσσουμε την πολιτική μας.

Και πρέπει να σας πω ότι είναι μία συζήτηση η οποία γίνεται πολύ οργανωμένα με το Υπουργείο Μετανάστευσης, διότι θέλω να σας θυμίσω ότι το Υπουργείο Μετανάστευσης, όταν δημιουργήθηκε μέσα στην ένταση της κρίσης μετά τη μεγάλη καταστροφή της Μόριας, σχεδιάστηκε πρωτίστως ως ένα Υπουργείο το οποίο διαχειριζόταν την παράνομη μετανάστευση. Τώρα αποκτά και ένα δεύτερο «πόδι» και το δεύτερο «πόδι» είναι η νόμιμη μετανάστευση. Εκεί πρέπει να συγκεντρώσει και αρμοδιότητες.

Παραδείγματος χάρη, πολλοί από εσάς γνωρίζετε ότι υπάρχουν ζητήματα με τις άδειες παραμονής, χρόνιες καθυστερήσεις στις αποκεντρωμένες διοικήσεις. Αυτά τα γραφειοκρατικά προβλήματα πρέπει να μπορούν πια να αντιμετωπιστούν από ένα Υπουργείο, το οποίο εκτός από τα ζητήματα της διαχείρισης της παράνομης μετανάστευσης, θα πρέπει να μπορεί να υλοποιεί και μια σύγχρονη πολιτική νόμιμης μετανάστευσης, η οποία θα είναι ευθυγραμμισμένη με τις ανάγκες της χώρας και τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.

Και βέβαια, εκεί θέλω να προσθέσω, εν κατακλείδι, τη διαρκή εκπαίδευση, τη διαρκή κατάρτιση, τη διαρκή ανάγκη απόκτησης νέων, πρόσθετων δεξιοτήτων με πιστοποίηση. Πια η αγορά εργασίας αλλάζει γρήγορα. Οι επιχειρήσεις ξέρουν πολύ καλύτερα πώς μπορούν να μας βοηθήσουν και να αξιοποιούν τέτοιου είδους κονδύλια. Γι’ αυτό η συνεργασία και με τους κοινωνικούς εταίρους έχει πολύ μεγάλη σημασία για τα ζητήματα αυτά.

Αυτό που δεν θέλουμε είναι κατάρτιση για την κατάρτιση. Η κατάρτιση από μόνη της πρέπει να συνοδεύεται από πιστοποίηση, πρέπει να συνοδεύεται από μία απόδειξη ότι κάποιος απέκτησε κάποιες παραπάνω δεξιότητες οι οποίες θα αποτυπωθούν τελικά σε ένα πιστοποιητικό το οποίο θα μπορεί στη συνέχεια να το αξιοποιήσει στην αγορά εργασίας. Αλλά, ας μην κοροϊδευόμαστε, στο παρελθόν όλοι προσποιούμασταν ότι καταρτίζαμε, ότι οι καταρτιζόμενοι καταρτίζονταν, δαπανούσαμε πολλά ευρωπαϊκά χρήματα χωρίς πραγματικό αποτύπωμα. Αυτό έχει έρθει η ώρα να αλλάξει πια.

ΝΜ: Το εύχομαι ειλικρινά, το εύχομαι πραγματικά. Το θέμα της άδειας παραμονής είναι ένα θέμα το οποίο το εγείρουν συνέχεια οι αμερικάνικες εταιρείες, μπορεί να το έχετε στα υπόψη σας. Αλλά να μείνουμε στο θέμα των επενδύσεων και να κλείσουμε αυτόν τον κύκλο των ερωτήσεων με ένα pitch.

Προφανώς υπάρχει ανταγωνισμός ανάμεσα στις χώρες για την προσέλκυση των επενδύσεων. Η Ελλάδα γενικά τα πάει πολύ καλύτερα από άλλες χώρες. Αν συναντούσατε τον Διευθύνοντα Σύμβουλο μιας μεγάλης εταιρείας, μιας πολυεθνικής, ποια συγκεκριμένα επιχειρήματα θα επικαλούσασταν ως λόγους για τους οποίους μια παγκόσμια εταιρεία θα έπρεπε να επενδύσει στην Ελλάδα, έναντι μιας άλλης ευρωπαϊκής χώρας, ή αν είναι εδώ, να αυξήσει το αποτύπωμά της;

ΚΜ: Την έχω κάνει πολλές φορές αυτή τη δουλειά…

ΝΜ: Το ξέρω, γι’ αυτό σας ρώτησα για το pitch.

ΚΜ: …αρκετές φορές με θετικά αποτελέσματα. Όχι πάντα, προφανώς. Κοιτάξτε, η Ελλάδα αυτή τη στιγμή προσφέρει πολιτική σταθερότητα, προβλέψιμο ορίζοντα, πολύ μειωμένο γεωπολιτικό ρίσκο, σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα τα οποία απορρέουν από τη γεωγραφική της θέση, ηγετικό ρόλο σε μια σειρά από κλάδους, όπως ο τουρισμός ή η ενέργεια, αλλά και παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών, ένα εξαιρετικό ανθρώπινο δυναμικό.

Τα δημόσια πανεπιστήμια, παρά τις δυσκολίες τους, παράγουν αποφοίτους καλά εκπαιδευμένους, καλά καταρτισμένους. Δεν αναφέρομαι μόνο στα μεγάλα πανεπιστήμια της Αθήνας ή της Θεσσαλονίκης, το ίδιο ισχύει και για τα περιφερειακά πανεπιστήμια. Ποιος θα το φανταζόταν, παραδείγματος χάρη, ότι στα Γιάννενα θα είχε δημιουργηθεί σήμερα ένα cluster εταιρειών υψηλής τεχνολογίας; Κι όμως έγινε.

Και πολλές φορές η μία εταιρεία φέρνει την άλλη, άρα, το να επικαλείται κανείς παραδείγματα εταιρειών που ήδη έχουν επενδύσει εκ των πραγμάτων βοηθάει πολύ. Συν, φυσικά, τα ειδικά κίνητρα τα οποία μπορεί κάποιος να εξασφαλίσει σε περιοχές όπως η Δυτική Μακεδονία, όπου κινούμαστε στο μέγιστο όριο των επιτρεπόμενων ενισχύσεων από τους ευρωπαϊκούς κανόνες. Ένα τραπεζικό σύστημα, το οποίο πια έχει «στρώσει», δεν έχει προβλήματα, άρα μπορεί κι αυτό με τη σειρά του να δανειοδοτεί τις επιχειρήσεις και να καλύπτει χρηματοδοτικές ανάγκες.

Όλα αυτά πιστεύω ότι συνθέτουν ένα παζλ το οποίο είναι πολύ ελκυστικό. Και βέβαια, ειδικά ως προς τη γεωγραφική θέση της χώρας έχουμε ακόμα βήματα να κάνουμε. Λέμε συχνά ότι βρισκόμαστε σε μία δύσκολη γειτονιά, η Ελλάδα έχει όμως και πολύ μεγάλα πλεονεκτήματα: φυσική πύλη εισόδου για όλη την Ασία, για την Ανατολική Αφρική.

Σε δύο εβδομάδες από τώρα θα βρεθώ στην Ινδία, σε μία επίσημη επίσκεψη. Τεράστιο ενδιαφέρον από ελληνικές αλλά και από ινδικές επιχειρήσεις για το πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε αυτόν τον καινούριο διάδρομο για τον οποίον συζητάμε: Ινδία – Μέση Ανατολή – Ευρώπη.

Η Ελλάδα είναι η φυσική πύλη εισόδου στην ηπειρωτική Ευρώπη και αυτό μπορεί να σημαίνει πολύ σημαντικές επενδύσεις. Γι’ αυτό και οι υποδομές μας, τα λιμάνια μας, τα τρένα μας, τα logistics, έρχεται, ας πούμε, μια μεγάλη εταιρεία από το εξωτερικό και κάνει κέντρο logistics στην Ελλάδα. Αυτό είναι μια ψήφος εμπιστοσύνης σε έναν κλάδο στον οποίο πιστεύουμε πάρα πολύ. Και μόνο καλύτερα μπορούν να πάνε τα πράγματα ως προς τις υποδομές μας στον τομέα αυτό.

Οπότε, νομίζω ότι υπάρχουν πολλά πλεονεκτήματα, αλλά δεν θέλω να υποτιμήσουμε τη σημασία του ανθρώπινου δυναμικού. Όταν μία εταιρεία σαν την Pfizer, ας πούμε, έρχεται στη Θεσσαλονίκη, έρχεται πρωτίστως για τους ανθρώπους. Πολλοί από αυτούς είναι Έλληνες στην Ελλάδα και κάποιοι από αυτούς είναι Έλληνες που γυρίζουν στην Ελλάδα από το εξωτερικό.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η διασπορά μας είναι μια πολύ μεγάλη δύναμη σήμερα και όσο η χώρα πηγαίνει καλύτερα τόσο κάποιοι από τους νέους Έλληνες που έφυγαν τα χρόνια της κρίσης θα αρχίσουν να σκέφτονται σοβαρά να επαναπατριστούν και κατ’ εξοχήν θα κατευθυνθούν σε δουλειές όπως αυτές. Ειδικά αν έχουν μια εξοικείωση με περιβάλλον πολυεθνικών, η επιστροφή στην Ελλάδα μέσα από αυτόν τον τρόπο επαγγελματικής αποκατάστασης είναι πιο απλή υπόθεση.

ΝΜ: Όντως στη Θεσσαλονίκη, λόγω του ότι είναι η πατρίδα μου, το βλέπω καθημερινά, έχουν γίνει τεράστιες επενδύσεις.

ΚΜ: Στη Θεσσαλονίκη γίνεται μια επενδυτική έκρηξη και αυτή η έκρηξη αφορά πολλούς διαφορετικούς κλάδους: από την υψηλή τεχνολογία, με πρωτοβουλίες όπως το Thess INTEC, τον τουρισμό, τις υπηρεσίες και φυσικά τη μεταποίηση, τη βιομηχανία.

Η χώρα έχει μια σημαντική υποδομή μεταποίησης. Δεν είναι μια χώρα η οποία στηρίζεται μόνο στις υπηρεσίες. Και εκεί βέβαια, ειδικά στα θέματα οργάνωσης βιομηχανικών περιοχών, υποδομών για την βιομηχανία και την παραγωγή έχουμε δουλίτσα να κάνουμε ακόμα.

ΝΜ: Νομίζω, ότι έχουμε πολλά πράγματα να κάνουμε όντως. Έχετε δίκιο, κ. Πρόεδρε. Να περάσουμε σε ένα θέμα το οποίο αφορά στην κοινωνία μας. Τον τελευταίο καιρό παρατηρούμε μια αύξηση της βίας, της τοξικότητας, του λαϊκισμού, που προφανώς επιδρά αρνητικά στην κοινωνική συνοχή. Ποια, κατά την άποψή σας, είναι τα αίτια που οδηγούν σε αυτήν; Και ποιες πολιτικές πιστεύετε ότι θα ήταν οι ενδεδειγμένες για να περιοριστούν αυτά τα φαινόμενα ή να αποφευχθούν στο μέλλον;

ΚΜ: Με απασχολεί πολύ, όπως νομίζω μας απασχολεί όλους, το ζήτημα της βίας των ανηλίκων και των εφήβων. Νομίζω ότι αυτό δεν είναι ένα ελληνικό πρόβλημα, είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα, πολύ σύνθετο. Προφανώς δεν το προκάλεσε μόνο η πανδημία αλλά σίγουρα το επέτεινε. Αλλά είναι βέβαιο ότι κάτι συμβαίνει με τα παιδιά μας και τους εφήβους μας και -θα το πω πολύ ωμά, όπως το αισθάνομαι- την εξάρτηση που έχουν πια από τα τηλέφωνά τους, τον χρόνο που περνάνε μπροστά στις οθόνες και τις παράλληλες ζωές που ζουν μεταξύ του πραγματικού και του ψηφιακού κόσμου.

Μακάρι να είχα εύκολη απάντηση. Όμως συγκροτούμε μια διεπιστημονική επιτροπή για το ζήτημα αυτό, για να μπορούμε να καταλάβουμε καλύτερα τι πραγματικά συμβαίνει και ποιες είναι εκείνες οι πολιτικές που μπορούν να αρχίσουν να αντιμετωπίζουν το θέμα.

Δεν αντιμετωπίζεται το θέμα, προφανώς, μόνο κατασταλτικά. Ειδικά όταν μιλάμε για εφήβους είναι πολύ πιο σύνθετο το ζήτημα. Έχει να κάνει με το τι γίνεται στο σπίτι, τι γίνεται στο σχολείο. Αλλά αυτό είναι ένα πρόβλημα το οποίο θα μας απασχολήσει πολύ περισσότερο στο μέλλον. Ανησυχώ πολύ ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μία επιδημία που έχει να κάνει με την ψυχική υγεία, ειδικά των παιδιών και των εφήβων.

Και επειδή αυτή η κυβέρνηση έχει μιλήσει ανοιχτά για θέματα ψυχικής υγείας και έχει στρατηγική ψυχικής υγείας σε όλες της τις εκφάνσεις, στον τομέα αυτό πρέπει να εστιάσουμε με πολύ μεγαλύτερη προσοχή, χωρίς να μπορώ να σας πω εύκολα προφανώς ποια μπορεί να είναι η απάντηση, ούτε η απάντηση μπορεί να έρθει μόνο από το κράτος.

Από εκεί και πέρα, νομίζω ότι γενικά, όταν μιλάμε για παραβατική συμπεριφορά, η παραβατική συμπεριφορά είναι προβληματική διότι προκαλεί πολλές φορές και αισθήματα μιμητισμού και αντιγραφής. Δείτε το πώς συμπεριφερόμαστε στον δρόμο, ας πούμε, γιατί αποδίδουμε τόσο μεγάλη σημασία στο να τηρείται ο νόμος παντού. Αυτό το οποίο λέμε νομιμότητα παντού ισχύει από τα μεγάλα μέχρι τα πολύ μικρά.

Το κοινωνικό συμβόλαιο προϋποθέτει ότι σεβόμαστε όλοι τους βασικούς κανόνες οργάνωσης της κοινωνίας μας και δεν ανεχόμαστε αυτούς οι οποίοι μπορεί να είναι «τζαμπατζήδες» εις βάρος του κοινωνικού συμφέροντος. Αν, παραδείγματος χάρη, κάποιος φοροδιαφεύγει είναι πολύ εύκολο ο άλλος ο οποίος είναι έντιμος να πει «μα γιατί εγώ να μην κάνω το ίδιο;». Γι’ αυτό και η μεγάλη επιμονή στο να κυνηγούμε τέτοιες συμπεριφορές δεν είναι μόνο για να φέρνουμε περισσότερα χρήματα στο δημόσιο ταμείο, είναι για να χτίσουμε νέες συνθήκες κοινωνικής εμπιστοσύνης όπου θα ξέρουν ότι όλοι είναι ωφελημένοι τελικά αν όλοι παίζουν με τους κανόνες τους οποίους από κοινού έχουμε συμφωνήσει.

ΝΜ: Ευχαριστώ, κ. Πρόεδρε. Να γυρίσουμε λίγο στο θέμα της Ευρώπης. Αναφέρομαι στην Ευρώπη γιατί έχετε μία έντονη παρουσία και έχετε αυξήσει το ειδικό βάρος της πατρίδας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ακούγονται και λέγονται πολλά για την πορεία της Ευρώπης όσον αφορά την ανταγωνιστικότητά της, την οικονομία της και τη συνοχή της.

Ποιες είναι οι σκέψεις σας, οι προσδοκίες σας αλλά και οι πιθανές ανησυχίες σας για την Ευρώπη του μέλλοντος; Τι, κατά την άποψή σας, θα πρέπει να γίνει για να μπορεί η Ευρώπη να σταθεί με επιτυχία σε έναν κόσμο που αλλάζει και παράλληλα σε σχέση και με τις υπόλοιπες αναδυόμενες χώρες;

ΚΜ: Είναι πολύ της μόδας να κατηγορούμε την Ευρώπη και να μιλάμε με πολύ πάθος για την ευρωπαϊκή παρακμή. Δεν συμμερίζομαι αυτές τις απόψεις, αλλά ταυτόχρονα ανησυχώ και για τις ευρωπαϊκές εξελίξεις και για το τι πρέπει να συμβεί από εδώ και στο εξής.

Νομίζω ότι η Ευρώπη τα τελευταία τουλάχιστον 4,5 χρόνια -αναφέρομαι στα χρόνια που έχω την τιμή να εκπροσωπώ την πατρίδα μας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο- παρά τις δυσκολίες στη λήψη αποφάσεων έχει καταφέρει να κάνει σημαντικά πράγματα.

Τα κοινά εμβόλια, έχουμε ξεχάσει λίγο τι ήταν ο Covid και το άγχος το οποίο όλοι περάσαμε όταν αντιμετωπίζαμε κάτι το οποίο δεν καταλαβαίναμε. Το Ταμείο Ανάκαμψης, είναι μια τεράστια παρακαταθήκη ως προς τη λήψη μιας απόφασης για ευρωπαϊκό δανεισμό που θα κατευθυνθεί στοχευμένα σε κράτη-μέλη που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη. Τη στήριξη στην Ουκρανία, καταφέραμε παρά τις αναταράξεις να συμφωνήσουμε σε ένα ακόμα πακέτο χρηματοδότησης.

Όλα αυτά ήταν σημαντικές επιτυχίες, σας διαβεβαιώνω καθόλου εύκολες όταν πρέπει 27 χώρες να βρεθούν γύρω από ένα τραπέζι. Είμαστε μόνοι μας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπως ξέρετε. Δεν υπάρχει κανείς, ούτε σύμβουλοι, ούτε τίποτα και πρέπει εκείνη τη στιγμή να συμφωνήσουμε και οι 27 για να πάρουμε κάποια απόφαση.

Και αυτό εκ των πραγμάτων δεν είναι κάτι απλό, δεν μπορούμε να έχουμε την ταχύτητα λήψης αποφάσεων που μπορεί να έχει μία άλλη μεγάλη χώρα. Είναι το τίμημα αυτό, του να πρέπει ταυτόχρονα να διατηρούμε το έθνος-κράτος έτσι όπως το γνωρίζουμε, αλλά να έχουμε συμφωνήσει να παίρνουμε και κάποιες αποφάσεις σε κοινό, ευρωπαϊκό επίπεδο.

Από εκεί και πέρα, είναι καλό ότι γίνεται αυτή η συζήτηση ενόψει των ευρωεκλογών και για τις προκλήσεις της επόμενης μέρας, γιατί θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε προκλήσεις.

Αν έπρεπε να επισημάνω δύο τομείς που νομίζω ότι πρέπει να μας απασχολήσουν πολύ περισσότερο την επόμενη πενταετία -αναφέρομαι στην πενταετία ως προς τον κύκλο των ευρωπαϊκών θεσμών-, το ένα το αναφέρατε, είναι τα ζητήματα ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης και πώς τοποθετούμαστε αυτή τη στιγμή απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Κίνα.

Κάποια από τα πράγματα αυτά που μπορεί να φαίνονται βαρετά και τυπικά -η ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς, ενιαία κεφαλαιακή αγορά, ενιαία τραπεζική αγορά-, όμως είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε αυτή τη δύναμη 450 εκατομμυρίων ευρωπαίων που πρέπει να λειτουργούν σε ένα καθεστώς ενιαίας αγοράς, η οποία όμως δεν υπάρχει παντού έτσι όπως θα την θέλαμε.

Άρα, ζητήματα ανταγωνιστικότητας: ποιοι είναι εκείνοι οι τομείς στους οποίους πραγματικά μπορούμε να έχουμε ένα συγκριτικό πλεονέκτημα, πώς βλέπουμε τις πολιτικές του ανταγωνισμού. Οι πολιτικές του ανταγωνισμού χτίστηκαν στη λογική να μην επιτρέψουμε ενδο-ευρωπαϊκό ανταγωνισμό και να μην υπερισχύει μία, ας πούμε, ελληνική επιχείρηση μιας γερμανικής ή το αντίστροφο. Το πρόβλημά μας δεν είναι αυτό αυτή τη στιγμή. Είναι πώς θα δημιουργήσουμε μεγάλους ευρωπαϊκούς πρωταθλητές που θα μπορέσουν να ανταγωνιστούν τις κινέζικες και τις αμερικανικές επιχειρήσεις. Και ποιοι είναι αυτοί οι κλάδοι τελικά στους οποίους μπορούμε να επενδύσουμε. Πώς θα ζυγίσουμε από τη μία τα οφέλη του ελεύθερου εμπορίου, να αγοράζουμε το φθηνότερο προϊόν απ’ όπου παράγεται, με την ανάγκη να εξασφαλίσουμε μια στρατηγική αυτονομία και μια ασφάλεια στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Αυτά δεν είναι εύκολα ερωτήματα και κάποια στιγμή πρέπει να παρθούν σκληρές αποφάσεις.

Και ο δεύτερος τομέας, βέβαια, είναι η άμυνα. Μετά την Ουκρανία αντιληφθήκαμε ότι χρειαζόμαστε μεγαλύτερη έμφαση σε μια ενιαία αμυντική πολιτική, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει.

Πιστεύω ότι και εκεί θα δούμε πια πολλές περισσότερες εξελίξεις και είναι σίγουρα ένας τομέας στον οποίο και πρέπει να επενδύσουμε περισσότερο ως Ευρώπη αλλά και η Ελλάδα νομίζω ότι θα μπορεί να παίξει έναν πολύ πιο ουσιαστικό ρόλο την επόμενη μέρα.

ΝΜ: Και νομίζω ότι το κάνει. Προφανώς απαιτούνται θαρραλέες αποφάσεις και να διατηρούνται λεπτές ισορροπίες. Ευχαριστώ, κ. Πρόεδρε.

Θα σας ρωτήσω κάτι για το Επιμελητήριο, γιατί αν δεν σας το ρωτήσω μετά δεν θα μου ξαναμιλήσουν από το Επιμελητήριο και θα έχουμε και ανταρσία. Το 2024 το Επιμελητήριο, το δικό μας Επιμελητήριο, ανέλαβε την Αντιπροεδρία της Γενικής Γραμματείας του Οργανισμού των Αμερικανικών Επιμελητηρίων στην Ευρώπη. Είναι ένας οργανισμός ο οποίος εκπροσωπεί 17.000 επιχειρήσεις με 20 και πλέον εκατομμύρια εργαζόμενους και πάνω από ένα τρισεκατομμύριο επενδύσεις σε Ευρώπη και Αμερική.

Θα ήθελα την άποψή σας για τον ρόλο του Ελληνοαμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου αλλά και τις σκέψεις σας για το πώς μπορεί να συνδράμει το Επιμελητήριο ενεργά στην περαιτέρω ανάπτυξη των εμπορικών και οικονομικών σχέσεων ανάμεσα στην Ελλάδα και στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

ΚΜ: Αυτή την ερώτηση πρέπει να την απαντήσετε εσείς. Κοιτάξτε, νομίζω ότι το Επιμελητήριο έχει παίξει έναν σημαντικό ρόλο και να πω ότι έχει κρατήσει ζωντανές και ισχυρές τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις σε δύσκολους καιρούς.

Τώρα τα πράγματα είναι πιο εύκολα. Εμείς κάνουμε τη δική σας τη δουλειά πιο εύκολη και εσείς κάνετε τη δική μας τη δουλειά πιο απλή. Άρα, για εμάς η αναλυτική παρουσίαση των σημαντικών επενδυτικών ευκαιριών για αμερικανικά κεφάλαια για επενδύσεις στην Ελλάδα αλλά και για εμπορικές σχέσεις, αλλά και αντίστροφα, δηλαδή ποια η δυνατότητα επέκτασης ελληνικών εταιρειών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι ελληνικές εταιρείες δεν είναι πια σε μια φάση όπου κοιτούν μόνο τη δική τους εσωτερική αγορά. Θέλουν να μεγαλώσουν, να επεκταθούν.

Δυνατότητα για ανάπτυξη νέων κλάδων: θα κάνουμε πολύ σημαντικά βήματα, ας πούμε, στον τομέα της εκπαίδευσης μετά την ψήφιση του σχετικού νόμου με πολύ φιλόδοξα σχέδια για μεγαλύτερη παρουσία αμερικάνικων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στην πατρίδα μας, το οποίο μπορεί να αφορά είτε καινούρια ιδρύματα τα οποία θα δημιουργηθούν είτε τα ίδια τα δημόσια πανεπιστήμια, πολλά εκ των οποίων ήδη συζητούν για τέτοιες συμπράξεις.

Οπότε ιδού πεδίον δόξης λαμπρόν για το Επιμελητήριο και φυσικά, επειδή οι οικονομικές και εμπορικές σχέσεις είναι απολύτως μετρήσιμες, μπορούμε κάθε χρόνο να βλέπουμε την πρόοδο την οποία κάνουμε.

Να τονίσω, τέλος, και τον τομέα του τουρισμού και των απευθείας επαφών. Η Ελλάδα μπήκε για τα καλά στον αμερικανικό τουριστικό χάρτη και νομίζω ότι αυτό είναι κάτι στο οποίο πρέπει να επενδύσουμε πολύ περισσότερο. Και, βέβαια, στη δυνατότητα να μπορούμε να διευρύνουμε το τουριστικό μας προϊόν και πέραν της καλοκαιρινής περιόδου, κάτι το οποίο ήδη για την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη γίνεται. Να κρατάμε περισσότερες πτήσεις, όπως ήδη έχει αρχίσει να γίνεται, 12 μήνες το χρόνο. Οπότε έχετε πολλή δουλειά μπροστά σας.

ΝΜ: Με τη δική σας τη βοήθεια, πραγματικά ανοίγετε δρόμους για εμάς και νομίζω ότι και μέσα από αυτή τη συνεργασία όλοι είναι ωφελημένοι.

Κύριε Πρόεδρε, σας ευχαριστώ. Θέλω να κλείσουμε με κάτι το οποίο είναι aspirational. Ποιο είναι το όραμά σας για την Ελλάδα του 2030; Πιστεύετε ότι μπορούμε να πρωταγωνιστήσουμε και πώς, σε ένα κόσμο που αλλάζει τόσο δραστικά και μερικές φορές ασύμμετρα;

ΚΜ: Έχω μια μεγάλη επιφυλακτικότητα να μιλώ και να απαντώ αυτή την ερώτηση, που μου γίνεται συχνά. Μεταξύ οράματος και σχεδίου, προτιμώ το σχέδιο. Έχουμε ένα σχέδιο για το πού θέλουμε να πάμε τη χώρα και το σχέδιο σε αντίθεση με το όραμα απαιτεί μια οργάνωση στον τρόπο σκέψης, στοχοθεσία, διαχωρισμό μεταξύ των βραχυπρόθεσμων στόχων και των μακροπρόθεσμων φιλοδοξιών, κοστολόγηση.

Άρα, θα ήθελα να επιμείνουμε πιο πολύ σε αυτό το σχέδιό μας, το οποίο τελικά βέβαια καταλήγει, αν έπρεπε να το πούμε με μία φράση, σε μια Ελλάδα η οποία θα συγκλίνει και θα ξεπερνά την Ευρώπη -διότι αυτό είναι το μέτρο σύγκρισης- σε πολλούς από τους κρίσιμους δείκτες. Θα έχει αφήσει οριστικά πίσω την δεκαετία της κρίσης και θα μπορεί πια να επιτρέπει στην πλειοψηφία των Ελλήνων, όσο το δυνατόν περισσότεροι, να βλέπουν το μέλλον με αισιοδοξία και να αισθάνονται, κυρίως να αισθάνεται η νέα γενιά ότι έχει δυνατότητα να ξεπεράσει αυτά τα οποία έκαναν οι γονείς τους. Γιατί το πιο απογοητευτικό πάντα είναι όταν βλέπουμε νέα παιδιά -και ας μην κοροϊδευόμαστε, σε ένα βαθμό αυτό ισχύει ακόμα- τα οποία πιστεύουν ότι η ζωή τους δεν θα είναι τόσο καλή όσο η ζωή των γονιών τους.

Αυτό είναι κάτι που αλλάζει με πολλή δουλειά, αλλά επειδή έχω αρκετή εμπειρία πια στην πολιτική ξέρω ότι τα λόγια μπορεί να είναι πολύ ωραία και εύκολα και να μιλάμε για οράματα και για όνειρα και για άλλα ωραία πράγματα, αμπελοφιλοσοφίες όπως μπορεί πολλές φορές να λέει ο σοφός ελληνικός λαός, αλλά τίποτα δεν υποκαθιστά το σχέδιο, τον προγραμματισμό και τη σκληρή δουλειά.

ΝΜ: Σας το εύχομαι ολόψυχα να το πετύχετε για την επόμενη γενιά των Ελλήνων.

Κυρίες και κύριοι, εδώ τελειώνει αυτός ο διάλογος με τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας, τον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη. Σας ευχαριστούμε από το Επιμελητήριο ολόκαρδα που ήσασταν σήμερα μαζί μας. Κύριε Πρόεδρε, ευχαριστούμε πάρα πολύ.

ΚΜ: Κι εγώ σας ευχαριστώ πολύ.